ΑΠΛΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

stavrosmavroudeas180_77441_042245

Αναδημοσίευση

Σταύρου Μαυρουδέα

Τι είναι το χρηματιστήριο;

Ο όρος χρηματιστήριοκεφαλαιαγορά) αναφέρεται στις οργανωμένες (και συνήθως αναγνωρισμένες από το κράτος) αγορές κεφαλαίου. Σε αυτές γίνονται αγοραπωλησία στοιχείων κεφαλαίου. Αυτά είναι είτε οι λεγόμενες «κινητές αξίες» (π.χ. μερίδια κεφαλαίου ανωνύμων εταιρειών, τραπεζικά, κρατικά ή άλλα ομόλογα κλπ.) είτε εμπορεύματα. Τυπικά τα χρηματιστήρια διακρίνονται σε Αξιών, Εμπορευμάτων και Ναύλων.

Οι κεφαλαιαγορές είναι ο ένας από τους δύο πυλώνες του χρηματοπιστωτικού συστήματος στον καπιταλισμό, ενώ ο άλλος είναι οι τράπεζες. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι ο καπιταλιστικός μηχανισμός με τον οποίο το χρήμα μετατρέπεται σε κεφάλαιο, δηλαδή μπορεί να αγοράζει μισθωτή εργασία και συνεπώς να την εκμεταλλευθεί (εξάγοντας υπεραξία). Αυτό γίνεται γιατί μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος οι επιχειρήσεις (δηλαδή οι μηχανισμοί αγοράς και εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας) αποκτούν τα αναγκαία χρηματικά διαθέσιμα για την λειτουργία τους.

Ο τρόπος λειτουργίας των κεφαλαιαγορών διαφέρει ριζικά από αυτό του τραπεζικού συστήματος. Κατ’ αρχήν ο τραπεζικός δανεισμός είναι μία συμφωνία πάνω σε ένα τραπέζι μεταξύ δύο συμβαλλομένων και δεν είναι μία ανοικτή διαπραγμάτευση στην οποία μπορεί να προσέλθει ο οποιοσδήποτε. Δεν είναι δηλαδή μία πράξη καθαρής αγοράς. Επιπλέον, όταν μία τράπεζα δανείζει μία επιχείρηση τότε πρόκειται να της επιστραφεί το ποσό του δανείου μαζί με την «αμοιβή» της (τους τόκους). Θα λάβει το ποσό αυτό άσχετα με το εάν η επιχείρηση πήγε καλά ή όχι. Δηλαδή ο χρηματοδότης (η τράπεζα) δεν συμμετέχει στον επιχειρηματικό κίνδυνο. Σύμφωνα με την Μαρξιστική Πολιτική Οικονομία, ο τόκος είναι τμήμα της υπεραξίας -που παράγεται υπό τον έλεγχο της παραγωγικής επιχείρησης και όχι της τράπεζας – και αποδίδεται στην δεύτερη σαν «αμοιβή» για την χρηματοδότηση της.

Αντίθετα, η χρηματοδότηση μέσω της κεφαλαιαγοράς σημαίνει ότι η επιχείρηση πουλά τμήμα των περιουσιακών στοιχείων της (μετοχές) και συνεπώς ο χρηματοδότης γίνεται συνιδιοκτήτης της. Συνεπώς συμμετέχει στον επιχειρηματικό κίνδυνο. Αυτό σημαίνει ότι εάν υπάρξουν κέρδη τότε λαμβάνει το μερίδιο του (μέρισμα) ενώ εάν δεν υπάρξουν δεν παίρνει τίποτα. Επίσης συμμετέχει στην αύξηση της αξίας ή αντίστοιχα στην μείωση της αξίας της επιχείρησης που αποτυπώνεται στην αξία της μετοχής.

Η χρηματοδότηση μέσω του τραπεζικού συστήματος είναι συνήθως πιο ακριβή για την επιχείρηση αλλά ταυτόχρονα είναι πιο σταθερός μηχανισμός συνολικά για το σύστημα καθώς, ακριβώς επειδή δεν είναι διαδικασία καθαρής αγοράς, είναι λιγότερο επιρρεπής σε πανικούς και συνεπώς στην ανεξέλεγκτη μετάδοση προβλημάτων. Αντιθέτως, η χρηματοδότηση μέσω του χρηματιστηρίου είναι πολύ πιο ευέλικτη και συνήθως φθηνότερη αλλά ταυτόχρονα είναι πιο επιρρεπής σε πανικούς και συνεπώς στην ανεξέλεγκτη μετάδοση προβλημάτων.

Τι σημαίνει ομόλογο και τι μετοχή;

Μετοχή είναι ένα από τα ίσα μερίδια, στα οποία διαιρείται το κεφάλαιο μιας πολυμετοχικής (δηλ. ανώνυμης) εταιρίας. Εκφράζει μερίδιο στην ιδιοκτησία της επιχείρησης και δίνει αντίστοιχα δικαιώματα στη διεύθυνση της (υπό κάποιους περιορισμούς) καθώς και στα κέρδη της. Οι μετοχές μπορεί να διακρίνονται σε κοινές, προνομιούχες και επικαρπίας, ονομαστικές και ανώνυμες, μετά ψήφου ή χωρίς ψήφο, σε διαπραγματεύσιμες ή μη διαπραγματεύσιμες στο χρηματιστήριο.

Η κοινή μετοχή είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος και περιλαμβάνει όλα τα βασικά δικαιώματα ενός μετόχου, όπως συμμετοχή στα κέρδη, στην έκδοση νέων μετοχών, στο προϊόν της εκκαθάρισης, καθώς και δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση της εταιρείας και συμμετοχής στη διαχείρισή της.

Η προνομιούχος μετοχή απλά έχει μία προτεραιότητα των κοινών μετοχών, στη λήψη μερίσματος και στην εκκαθάριση σε περίπτωση διάλυσης της επιχείρησης. Από την άλλη όμως, συνήθως, στερείται του δικαιώματος ψήφου και συμμετοχής στη διεύθυνση της επιχείρησης.

Το ομόλογο είναι ένας δανειακός τίτλος (χρεόγραφο), που ο εκδότης του έχει την υποχρέωση να καταβάλει, στη λήξη της σύμβασης, την ονομαστική αξία του. Στην περίπτωση των ομολόγων με κουπόνι τότε οφείλει να καταβάλει σε τακτά διαστήματα ένα ποσό χρημάτων (το κουπόνι). Το ομόλογο είναι ουσιαστικά ένα δάνειο το οποίο όμως δεν συνάπτεται μέσω του τραπεζικού συστήματος αλλά μέσω της κεφαλαιαγοράς. Ο εκδότης είναι ο οφειλέτης, ο κάτοχος ομολόγων ο δανειστής και το κουπόνι (αν υπάρχει) είναι ο τόκος. Υπάρχουν χρεόγραφα με διάρκεια (ωριμότητα) μικρότερη του ενός έτους που είναι είτε γραμμάτια είτε συναλλαγματικές.

Πώς εκδηλώθηκε η κρίση στις ΗΠΑ το 2008 με τα στεγαστικά δάνεια; Τι σημαίνει ότι στεγαστικά δάνεια τιτλοποποιούνταν και πωλούνταν;

Η τρέχουσα κρίση δεν είναι μία «αυτοτελής» κρίση και, πολύ περισσότερο δεν είναι απλά μία χρηματοπιστωτική κρίση (όπως διατείνονται τόσο οι ορθόδοξες προσεγγίσεις όσο και οι ριζοσπαστικές θεωρίες περί χρηματιστικοποίησης). Αποτελεί συνέχεια της μεγάλης δομικής κρίσης του 1973-75 και το έδαφος της είναι πρώτα και κύρια η σφαίρα της παραγωγής (και όχι της κυκλοφορίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος).

Οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που ακολούθησαν το ξέσπασμα της κρίσης του 1973-75 είχαν σαν αποτέλεσμα μία σχετικά αναιμική ανάκαμψη της κερδοφορίας και εν τέλει της συσσώρευσης που όμως δεν κατάφεραν να λύσουν το μακροπρόθεσμο πρόβλημα της εξεύρεσης μίας νέας λειτουργικής και βιώσιμης αρχιτεκτονικής του συστήματος. Αυτή η αναιμική ανάκαμψη πέρασε από μία σειρά κυκλικές διακυμάνσεις που σημαδεύθηκαν επίσης από αντίστοιχες περισσότερο ή λιγότερο σοβαρές κρίσεις (πχ. κραχ του 1987, συναλλαγματικές κρίσεις της δεκαετίας του 1990). Ιδιαίτερα σημαδεύθηκε από μία καθοδική φάση την περίοδο 2000-2003 που ακολουθήθηκε από μία ανάκαμψη το 2003-2007. Ήδη, όμως, μετά την ύφεση του 2000-3 τα σημεία κάμψης της αύξησης του ποσοστού υπεραξίας και συνεπώς της δυνατότητας αντιρρόπησης της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους άρχισαν να γίνονται εμφανή. Από το 2005-6 ο ρυθμός μεγέθυνσης της αμερικάνικης οικονομίας άρχισε να λαχανιάζει ενώ από το 2004 εκδηλώθηκε κάμψη του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας (που δείχνει επίσης κάμψη του ρυθμού της αύξησης της εκμετάλλευσης της εργασίας).

Εμπρός στην κατάσταση αυτή το σύστημα, ήδη από το 2000, κατέφυγε στη φυγή προς τα μπροστά. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα τροφοδότησε με ρευστότητα το σύστημα και άρα βοήθησε στη δημιουργία επενδύσεων και κατανάλωσης με στοιχήματα στο μέλλον τόσο από τους καπιταλιστές (πλασματικό κεφάλαιο, δηλ. στοίχημα σε μέλλουσα να εξαχθεί υπεραξία) όσο και από τα λαϊκά στρώματα (υπερδανεισμός). Αυτό δημιούργησε πράγματι μία επιπλέον διόγκωση του χρηματικού κεφαλαίου, δηλαδή τη λεγόμενη «χρηματιστικοποίηση». Σημειωτέον ότι ένα τέτοιο φαινόμενο κατά τα προστάδια της κρίσης είναι μία συνηθισμένη και γνωστή διαδικασία (που έχει επισημανθεί ρητά από την θεωρία της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους παλαιόθεν). Αυτή η χρηματοπιστωτικά υποβοηθούμενη επέκταση μετέθεσε στο μέλλον τα προβλήματα της πραγματικής καπιταλιστικής συσσώρευσης.

Η ανάπτυξη του πλασματικού κεφαλαίου οδήγησε, μέσω της μόχλευσης (τα νέα χρηματοπιστωτικά προϊόντα) σε «φούσκες» και συνεπώς η υπερσυσσώρευση επιδεινώθηκε. Όλο αυτό το «τρελό τσίρκο» όμως άντεχε όσο μπορούσε να αυξάνει η εκμετάλλευση της εργασίας. Αυτό πήρε την μορφή παροχής ολοένα και περισσότερου απλήρωτου χρόνου με αντάλλαγμα την διατήρηση του διαθέσιμου εισοδήματος. Δηλαδή, οι εργαζόμενοι αύξαναν τον χρόνο εργασίας τους (αυξάνοντας δυσανάλογα το απλήρωτο τμήμα του) για να μπορέσουν να διατηρήσουν την αγοραστική τους δύναμη. Από την στιγμή που αυτή η διαδικασία αύξησης της υπεραξίας άρχισε να λαχανιάζει (όπως ήταν αναμενόμενο γιατί για να μπορεί το ποσοστό υπεραξίας να αντιρροπεί την αύξηση της ΟΣΚ πρέπει να αυξάνει με ολοένα και επιταχυνόμενους ρυθμούς που καταντούν στο τέλος εξωπραγματικοί) τότε κατέρρευσαν τα «στοιχήματα». Οι προσδοκίες για αυξανόμενη μέλλουσα να εξαχθεί υπεραξία από επιχειρηματικά σχέδια κατέρρευσαν και ταυτόχρονα κατέρρευσε η ικανότητα των εργαζομένων να διατηρούν μέσω δανεισμού το επίπεδο διαβίωσης τους. Ήταν ο συνδυασμός αυτός που οδήγησε, που ξεκίνησε από την σφαίρα της παραγωγής, που έκανε ένα υπό άλλες συνθήκες ασήμαντο πρόβλημα στεγαστικής πίστης να λειτουργήσει σαν θρυαλλίδα. Η κατάρρευση των «στοιχημάτων» ξεκίνησε από την αδυναμία του παραγωγικού κεφαλαίου να εξάγει υπεραξία με τους απαιτούμενα γοργούς ρυθμούς. Αυτό έθιξε άμεσα το πράγματι αφύσικα ψηλά μερίδιο υπεραξίας που αναδιανέμονταν προς το χρηματικό κεφάλαιο. Και αυτό οδήγησε στην χρεοκοπία χρηματοπιστωτικών οργανισμών που με την σειρά τους επιδείνωσαν την κατάσταση των παραγωγικών επιχειρήσεων.

Συνεπώς, η κρίση ξεκίνησε από το παραγωγικό κεφάλαιο, εκφράσθηκε σαν κρίση στεγαστικής πίστης στις ΗΠΑ, μεταφέρθηκε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και επέστρεψε για να επιτείνει την κρίση του παραγωγικού κεφαλαίου. Η κρίση δεν πήρε την μορφή που έχει από την αυτονόμηση του χρηματικού κεφαλαίου αλλά ακριβώς αντίθετα επειδή το χρηματικό κεφάλαιο (και ιδιαίτερα οι πλασματικές δραστηριότητες του) είναι πάντα εν τέλει δέσμιο του παραγωγικού κεφαλαίου. Η δράση αυτή του χρηματικού κεφαλαίου διευκόλυνε κατ’ αρχήν το παραγωγικό κεφάλαιο καθώς ετεροχρόνισε την επαπειλούμενη κρίση. Όμως τελικά ο ετεροχρονισμός της κρίσης οδήγησε, όταν αυτή αναπόφευκτα ξέσπασε, στο να πάρει ακόμη χειρότερες διαστάσεις.

Τι είναι ο μηχανισμός του PSI;

Το Private Sector Involvement (PSI) είναι ουσιαστικά μία διαδικασία ελεγχόμενης χρεωκοπίας. Τόσο οι ηγεμονικές ευρωπαϊκές δυνάμεις όσο και η ελληνική αστική τάξη «καταράστηκαν» την στάση πληρωμών και έτσι επέβαλαν την «εσωτερική υποτίμηση» (δηλαδή την άγρια λιτότητα και τις δραματικές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις) μέσω του 1ου Μνημονίου. Όμως σύντομα αποδείχθηκε ότι το πρόγραμμα του Μνημονίου δεν λύνει ούτε το πρόβλημα χρέους ούτε ανασυγκροτεί την ελληνική οικονομία – πράγμα που μάλλον το γνώριζαν εκ των προτέρων οι ίδιοι οι σχεδιαστές του προγράμματος. Επομένως, και καθώς η «κρίση χρέους» διαχεόταν όχι μόνο στην ευρω-περιφέρεια αλλά πλέον και σε χώρες του πυρήνα της ΕΕ, αποφασίσθηκε μία «ελεγχόμενη στάση πληρωμών», δηλαδή το «κούρεμα» των ιδιωτών δανειστών της Ελλάδας.

Έτσι τα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν ιδιώτες (υπολογίζεται ότι ξεπερνούν λίγο τα 200 δις ευρώ) θα «κουρευτούν» στην ονομαστική τους αξία κατά 50% και το υπόλοιπο τους θα ανταλλαγεί με νέα ελληνικά ομόλογα 30ετούς διάρκειας αλλά και 2ετή ομόλογα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (EFSF). Πιο συγκεκριμένα, το σχέδιο προβλέπει ότι το 53,5% του αρχικού ποσού θα διαγραφεί ενώ από το υπόλοιπο το 31,5% του αρχικού ποσού θα ανταλλαγεί με 20 νέα ελληνικά ομόλογα με λήξη από 11 έως 30 χρόνια και το 15% με τίτλους βραχυχρόνιας λήξης έκδοσης του EFSF. Τα νέα ομόλογα θα διέπονται από το αγγλικό δίκαιο και όχι από το ελληνικό, όπως τα προηγούμενα. Τα νέα ομόλογα θα έχουν τα ακόλουθα επιτόκια:

(1) μέχρι τον Φεβρουάριο του 2015 το κουπόνι των νέων ελληνικών ομολόγων θα είναι 2% (δηλαδή για περίοδο 3 ετών).

(2) θα αυξηθεί σε 3% για τα επόμενα πέντε χρόνια (έως τον Φεβρουάριο του 2020)

(3) θα αυξηθεί επιπλέον σε 3,65% για την περίοδο Φεβρουάριος 2021 – Φεβρουάριος 2022

(4) και θα καταλήξει στο 4,3% για την περίοδο έως τον Φεβρουάριο του 2042.

Η εθελοντική συμμετοχή στο σχέδιο πρέπει να ξεπεράσει το 75% αλλιώς θα πρέπει να ενεργοποιηθούν οι ρήτρες συλλογικής δράσης (δηλαδή το ελληνικό κράτος να νομοθετήσει την υποχρεωτική ανταλλαγή των ομολόγων). Στην τελευταία περίπτωση θα ενεργοποιηθούν τα ασφάλιστρα κινδύνου (τα διαβόητα CDS).

Το PSI αποσκοπεί να κάνει μέχρι το 2020 το ελληνικό χρέος διαχειρήσιμο, δηλαδή να μην ξεπερνά το 120% του ΑΕΠ. Όμως, όπως ομολογείται ευθέως ακόμη και από τους εμπνευστές του, αυτό είναι μάλλον απίθανο (δες το άρθρο «Η μυστική έκθεση της Τρόικας» ). Κατ’ αρχήν οποιοδήποτε χρέος πάνω από το 60-70% του ΑΕΠ είναι, σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, μη διαχειρήσιμο. Όμως για να πετύχει το σχέδιο του PSI η ελληνική οικονομία πρέπει να συντρέξουν και αρκετές άλλες κρίσιμες προϋποθέσεις. Οι πιο σημαντικές είναι:

(α) να βγει η οικονομία από την ύφεση το 2013 και να έχει ικανοποιητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης εφεξής (πράγμα εντελώς απίθανο με ύφεση 7% το 2011 και προσδοκίες για ακόμη μεγαλύτερη, της τάξης του 8%, για το 2012)

(β) να υπάρξουν μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα από φέτος και για τα επόμενα χρόνια (πράγμα που μόνο ενεργειακές οικονομίες έχουν πετύχει μέχρι σήμερα)

Για όλους αυτούς τους λόγους το PSI και το 2ο Μνημόνιο είναι εκ προοιμίου αποτυχημένα. Το μόνο που κατορθώνουν είναι να:

(1) αυξήσουν την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας και να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μία «ευρωπαϊκή εργασιακή Κίνα» (προς όφελος του ελληνικού και ξένου κεφαλαίου και ιδιαίτερα του τελευταίου).

(2) κερδίσουν χρόνο για την ΕΕ έτσι ώστε να μπορέσει να βάλει «αντιπυρικές ζώνες» στην διάδοση της κρίσης από την περιφέρεια προς τον πυρήνα της.

[5] Γιατί το κούρεμα βάζει σε κίνδυνο τα ασφαλιστικά ταμεία και δεν ανακουφίζει τον ελληνικό λαό;

Το «κούρεμα» απομειώνει και τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που είναι στα χέρια των ασφαλιστικών ταμείων και – σε συνδυασμό με την ύφεση που μειώνει τις ασφαλιστικές εισφορές – θέτει σε κίνδυνο την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας μας. Συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι στα χαρτοφυλάκια των ασφαλιστικών Ταμείων βρίσκονται σήμερα ελληνικά ομόλογα αξίας 21 δισ. ευρώ, η αξία των οποίων θα απομειωθεί στα 11 δισ. ευρώ. Από αυτά ομόλογα αξίας 7 δισ. ευρώ αγοράστηκαν απευθείας από τα Ταμεία, ενώ τα υπόλοιπα 14 δισ. ευρώ είναι καταθέσεις των Ταμείων στη Τράπεζα της Ελλάδος, τα οποία στη συνέχεια επενδύθηκαν σε ομόλογα. Αυτά θα απομειωθούν σε ποσοστό 53,5%.

Όμως και παρόλο το βαρύ τίτλο της μείωσης κατά 50%, στην πραγματικότητα η πραγματική ελάφρυνση του χρέους είναι πολύ μικρή. Σύμφωνα με υπολογισμούς αρθρογράφου των Financial Times και της J.P.Morgan (δες το άρθρο «Δυο εξαιρετικά ενδιαφέροντα δημοσιεύματα») το συνολικό δανειακό βάρος της Ελλάδας δεν θα μειωθεί σχεδόν καθόλου. Υπολογίζεται ότι από 352 δις Ευρώ (163% του ΑΕΠ) θα πέσει στα 333 δις ευρώ (154% του ΑΕΠ). Δηλαδή πολύ φασαρία – και πολύ πόνος για τον ελληνικό λαό – για το τίποτα.

Τι είναι το EFSF;

Το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008 προκάλεσε σοβαρές διαταραχές στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα. Ιδιαίτερα όξυνε τις ενδο-ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ – ΕΕ – Άπω Ανατολής και των νέο-αναδυόμενων χωρών (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα κλπ.). Στις αντιπαραθέσεις αυτές η ΕΕ βρέθηκε στο κέντρο του κυκλώνα και αυτό εκφράσθηκε με την λεγόμενη «κρίση του ευρωπαϊκού κρατικού χρέους» (για περισσότερα δες το άρθρο ‘The crisis of the European Union and the failure of its ‘salvation plans’). Για να αντιμετωπίσει την κρίση αυτή η ΕΕ προχώρησε σπασμωδικά στη δημιουργία έκτακτων χρηματοδοτικών μηχανισμών έτσι ώστε να αποφευχθεί τουλάχιστον η ανοικτή χρεωκοπία κάποιων μελών της (γιατί η ουσιαστική χρεωκοπία ήταν ήδη παρούσα) . Ο πρώτος είναι το EFSF και, όταν φάνηκε η ανεπάρκεια του, ακολούθησε η θεσμοθέτηση του ESM.

Το European Financial Stability Facility (EFSF) είναι ένα έκτακτο «όχημα ειδικού σκοπού» (SPV – special purpose vehicle) που δημιουργήθηκε επειγόντως από τα 27 μέλη της ΕΕ, στις 9 Μαϊου 2010, για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα χρηματοδότησης μελών αντιμετωπίζουν την λεγόμενη «κρίση ευρωπαϊκού κρατικού χρέους» (European sovereign debt crisis). Η έδρα του είναι στο Λουξεμβούργο και διοικητικά υποστηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα (δηλαδή δεν έχει δικό του μηχανισμό). Μπορεί να δανεισθεί μέσω της έκδοσης ομολόγων (ή άλλων χρεογράφων) – με την διοικητική υποστήριξη του Γερμανικού Γραφείου Διαχείρισης Χρέους (δηλαδή ούτε και σ’ αυτό τον τομέα έχει αυτοτέλεια) – με σκοπό να (α) παρέχει δάνεια σε μέλη της ευρωζώνης με οικονομικά προβλήματα, (β) συμβάλει στην ανακεφαλαιοποίηση απειλούμενων τραπεζών και, (γ) εξαγοράσει προϋπάρχον κρατικό χρέος. Τα ομόλογα του EFSF υποστηρίζονται από εγγυήσεις που δίνουν τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης σε αναλογία με τα μερίδια τους στο κεφάλαιο της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας).

Το EFSF είχε αρχικά αξιολόγηση ΑΑΑ από τους «γνωστούς οίκους», έτσι ώστε τα ομόλογα του να μπορούν – υπό τους παρόντες κανονισμούς – να χρησιμοποιηθούν για διαδικασίες αναχρηματοδότησης από την ΕΚΤ. Όμως, μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας και άλλων 8 χωρών της ΕΕ, στις 16 Ιανουαρίου 2012 η Standard and Poors (S&P) κατέβασε την αξιολόγηση του σε AA+.

Το EFSF συνδέεται με έναν άλλο έκτακτο μηχανισμό, το European Financial Stabilisation Mechanism (EFSM), που είναι ένα πρόγραμμα που δανείζεται από τις χρηματαγορές με την χρήση σαν υποθήκης του προϋπολογισμού της ΕΕ και το οποίο μπορεί να δανεισθεί μέχρι 60 δις. Ευρώ. Μπορεί να συμπληρωθεί επίσης με 250 δις. Ευρώ από το IMF.

Η αρχική συμφωνία προέβλεπε ότι το EFSF μπορεί να δανεισθεί μέχρι 440 δις. Ευρώ Συνεπώς τα συνολικά δυνητικά διαθέσιμα κεφάλαια του EFSF (με αυτά του EFSM και του IMF) έφθαναν μέχρι τα 750 δις. Ευρώ. Από αυτά μόνο ένα τμήμα είναι διαθέσιμα καθώς τα υπόλοιπα πρέπει να κρατηθούν για λόγους πιστοληπτικής αξιοπιστίας.

Πολύ σύντομα η ανεπάρκεια των διαθέσιμων κεφαλαίων του EFSF έγινε προφανής (καθώς το πρόβλημα του χρέους έφθασε στην Ισπανία και την Ιταλία) και ξανά εσπευσμένα αποφασίσθηκε, στις 21 Ιουλίου 2011, να επεκταθεί το όριο δανεισμού του από 440 δις ευρώ σε 780 δις ευρώ. Επίσης χαλάρωσαν οι περιορισμοί όσον αφορά το ποσό που διακρατείται για λόγους πιστοληπτικής αξιοπιστίας. Και αυτό όμως σύντομα αποδείχθηκε λίγο οπότε, στις 27 Οκτωβρίου 2011, εξαγγέλθηκε ότι θα αυξηθεί η ικανότητα του EFSF σε 1 τρις. Ευρώ μέσω ενός μηχανισμού ασφαλειών για τους αγοραστές κρατικού χρέους.

Το EFSF έχει χρησιμοποιηθεί μέχρι τώρα μόνο για την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, καθώς τα 110 δις. Ευρώ του πρώτου ελληνικού μνημονίου έχουν δοθεί μέσω διακρατικών συμφωνιών με τα μέλη της ευρωζώνης (εκτός της Σλοβακίας που αρνήθηκε και της Εσθονίας που το 2010 δεν ήταν μέλος) και το IMF.

Το European Stability Mechanism (ESM) είναι ο εξαγγελθείς μόνιμος διάδοχος του EFSF που προβλέπεται να στηθεί τον Ιούλιο του 2012. Είναι τμήμα της συμφωνίας Γερμανίας – Γαλλίας για την θεσμική μεταρρύθμιση της ΕΕ που επιβάλλει μία γενικευμένη πολιτική λιτότητας τόσο στις χώρες της ευρωπεριφέρειας αλλά ακόμη και σε αυτές του κέντρου (μέσω του δημοσιοοικονομικού συμφώνου) και που ουσιαστικά εκχωρεί στο Γερμανο-Γαλλικό διευθυντήριο κυριαρχικά δικαιώματα των πιο αδύνατων χωρών. Όλες αυτές οι αλλαγές προωθούνται – μετά το βέτο της Αγγλίας στο σχέδιο – μέσω διακρατικών συμφωνιών.

Ουσιαστικά, με όλους αυτούς τους μηχανισμούς, ο ηγεμονικός πυρήνας της ΕΕ (δηλαδή οι επικεφαλής ιμπεριαλιστικές οικονομίες) προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ΕΕ με τον φθηνότερο δυνατό τρόπο και αποφεύγοντας την προσφυγή στην έκδοση νομίσματος, καθώς το τελευταίο θα έθαβε τις προσδοκίες το ευρώ να ανταγωνισθεί το δολάριο και η ΕΕ να αμφισβητήσει την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ.

Τι είναι το IFF;

Το Institute of International Finance (IIF) είναι η σημερινή παγκόσμια ένωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Δημιουργήθηκε το 1983 από 38 τράπεζες των ηγεμονικών ιμπεριαλιστικών κρατών σαν απάντηση στη διεθνή κρίση χρέους των αρχών της δεκαετίας του 1980. Σήμερα, συμμετέχουν σε αυτό πολύ περισσότερες οργανισμοί (εμπορικές και επενδυτικές τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, επενδυτικές εταιρείες κλπ.). Ουσιαστικά αποτελεί το διεθνές λόμπι (ομάδα πίεσης) του χρηματικού κεφαλαίου. Έπαιξε ρόλο στις παλιότερες κρίσεις χρέους της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας και σήμερα σε αυτή της ευρωζώνης. Παίζει ιδιαίτερο ρόλο στο ελληνικό PSI εκπροσωπώντας τα συμφέροντα των ιδιωτών δανειστών.

 

 

Γράψτε σχόλιο