Άλλο «ταξίματα» ….κι άλλο «δοσίματα» !
Τόλιος Γιάννης, διδάκτωρ οικονομικών
Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση μπροστά στα ογκούμενα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα της πολιτικής της, καταφεύγει σε ελιγμούς και προπαγανδιστικά «τρικ» προκειμένου να εξωραΐσει την εικόνα της και να καλλιεργήσει προσδοκίες για το μέλλον. Τελευταίο «δείγμα» η κατακραυγή από τη φορολογική επιδρομή του ΕΝΦΙΑ κατά της μικρής και μεσαίας ιδιοκτησίας. Η κυβέρνηση προβάλλει τη συνάντηση με την τρόϊκα στο Παρίσι ως σημαντικό γεγονός, υποσχόμενη φοροαπαλλαγές, καθώς τον τερματισμό του Μνημονίου και την έξοδο από την κρίση. Ωστόσο τίποτα από τα παραπάνω δεν προέκυψε στις σχετικές συζητήσεις, εκτός από την επίμονη απαίτηση της τρόϊκας (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ) για την εφαρμογή των δεσμεύσεων («προαπαιτούμενα»), μεταθέτοντας τη συζήτηση για το δημόσιο χρέος στο αόριστο μέλλον.
Φοροελαφρύνσεις …με φόντο τη ΔΕΘ
Η ΔΕΘ ήταν μια ακόμα ευκαιρία για τον κ.Σαμαρά, να επαναλάβει διάφορες εξαγγελίες με πολλά «ΘΑ»… Το μόνο συγκεκριμένο που ανακοίνωσε ήταν η μείωση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης κατά 30%. Ωστόσο όμως η αύξηση της τιμής του από το Μάρτιο 2011 ως σήμερα ήταν 1.471% (από 21 € το χιλιόλιτρο το 2011, σε 60 € το 2012 και σε συνέχεια 330 € ως σήμερα). Στην ουσία η έκπτωση 30% οδηγεί σε μείωση μόλις 12 λεπτά (από 1,26 € το λίτρο σε 1,14 € το λίτρο). Αν κάτι πρέπει να διορθωθεί είναι η επιστροφή της τιμής στα 90 λεπτά το λίτρο που ήταν το Μάρτιο του 2011, κάτι που προτείνει και η Ομοσπονδία Βενζινοπωλών.! Όλα τα άλλα είναι σκέτη κοροϊδία. Κάτι ανάλογο ισχύει για τον ΕΝΦΙΑ ο οποίος με χαρακτηριστικό τρόπο συμπυκνώνει το αποκρουστικό πρόσωπο των μνημονιακών πολιτικών δήμευσης λαϊκών εισοδημάτων αι μικρομεσαίας ιδιοκτησίας. Το 2009 οι φόροι ιδιοκτησίας ανέρχονταν 480 εκατ. € και με τον ΕΝΦΙΑ φθάνουν 3,2 δις (αύξηση έξι φορές). Ταυτόχρονα δεν υπάρχει αφορολόγητο όριο, ενώ η μεγάλη ιδιοκτησία έχει αναλογικά μικρότερη επιβάρυνση κά. Παρά τις διαβεβαιώσεις για βελτιώσεις, ο ΕΝΦΙΑ δεν βελτιώνεται αφού διατηρείται ο στόχος για 3,2 δις. Ο ΕΝΦΙΑ μόνο καταργείται.!
Ασφαλώς φόρος ιδιοκτησίας είναι αναγκαίος αλλά με αφορολόγητο τουλάχιστον 200.000 € σε τρέχουσες εμπορικές τιμές, με κλιμακούμενο προοδευτικό συντελεστή ανάλογα με μέγεθος περιουσίας, φορολογία των off-shore εταιριών, έλεγχος της λίστας Λαγκάρντ, κατάργηση σκανδαλωδών φορολογικών προνομίων των πλουσίων, κά. Χρειάζεται επίσης γενικότερη αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος με κριτήρια ταμιακά, κοινωνικής δικαιοσύνης και ανάπτυξης. Επίσης δραστική μείωση του ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης, αφορολόγητο 12.000 € για χαμηλά εισοδήματα, μείωση φορολογικής επιβάρυνσης μισθωτών, συνταξιούχων, μικροεπιχειρήσεων και αγροτών, προοδευτική κλίμακα φορολογίας ανάλογα με το εισόδημα, κά. Αξίζει να σημειώσουμε ότι από το λαθρεμπόριο καυσίμων το δημόσιο χάνει κάθε χρόνο πάνω από 3 δις, ενώ το πρόγραμμα «Ποσειδών» για την καταπολέμηση του παραμένει ανενεργό από το 2008.! Χρειάζεται κατά συνέπεια πολιτική βούληση, την οποία η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει, ούτε θέλει να έχει.!
Βρόγχος στο λαιμό τα ….«προαπαιτούμενα»
Οι συζητήσεις στο Παρίσι έφεραν στο προσκήνιο πολλές επώδυνες μνημονιακές δεσμεύσεις τις οποίες η κυβέρνηση αποσιωπά, ενώ η εκπλήρωση τους αποτελεί προϋπόθεση για τα «ψίχουλα» των φοροελαφρύνσεων στα «χειμαζόμενα» λαϊκά στρώματα. Μιλάμε για αλλαγές στο ασφαλιστικό με στόχο την παραπέρα μείωση των συντάξεων, για νέες «διαθεσιμότητες» στο δημόσιο, για απελευθέρωση απολύσεων και περιορισμό του δικαιώματος απεργίας, θεσμοθέτηση της ανταπεργίας (lookout) των εργοδοτών, προώθηση πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας από 2015 σε «κόκκινα δάνεια» με τιμή αφετηρίας 1/3 της αντικειμενική αξίας (η κυβέρνηση προτείνει 2/3) η οποία μοιραία θα οδηγήσει στο ξεσπίτωμα χιλιάδων εργαζόμενων, συνταξιούχων, επαγγελματιών και άλλων λαϊκών στρωμάτων που αδυνατούν να πληρώσουν. Πάνω απ’ όλα όμως τα «προαπαιτούμενα» αφορούν τη χρόνια «ομηρία» του ελληνικού λαού στις πολιτικές Μνημονίου και στους κυρίαρχους της ευρωζώνης, που απορρέουν από τις δανειακές συμβάσεις. Μόνο με κατάργηση Μνημονίου, καταγγελία συμβάσεων και συνολική στροφή στην ασκούμενη οικονομική πολιτική, μπορεί να αποτραπεί η παραπέρα φτωχοποίηση του ελληνικού λαού και η εξώθηση της νεολαίας σε «μεταναστευτική περιπλάνηση».!
Χωρίς «κούρεμα» ….δεν υπάρχει διέξοδος από την κρίση
Στο επίκεντρο της βαθειάς κρίσης που διαπερνά την ελληνική οικονομία είναι το δυσβάστακτο και επαχθές δημόσιο χρέος, το ύψος του οποίου ανέρχεται σε 324 δις € (175% του ΑΕΠ). Πρόκειται για χρέος που δεν μπορεί να εξοφληθεί. Ακόμα κι αν κάθε χρόνο έχουμε 1-2 δις € πλεόνασμα στον προϋπολογισμό, θα χρειαστούν 2-3 αιώνες (!) για την εξόφληση του.! Άρα η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους είναι προϋπόθεση για να γίνει βιώσιμο (εξοφλήσιμο). Ταυτόχρονα είναι όρος για την επιβίωση της ελληνικής κοινωνίας. Ως τώρα οι πολιτικές λιτότητας δεν μείωσαν, αλλά επιδείνωσαν το πρόβλημα, αφού πριν μπούμε στο Μνημόνιο το χρέος ήταν 125% του ΑΕΠ.
Η απαίτηση «κουρέματος» πρέπει να αποτελεί βασική προτεραιότητα μιας φιλολαϊκής κυβέρνησης απέναντι στην τρόϊκα και στην ευρωζώνη. Αφετηριακή αρχή της πολιτικής «η σωτηρία του λαού πάνω από όλα» και όχι η σωτηρία της ευρωζώνης με θυσία του ελληνικού λαού. Η αμφισβήτηση πληρωμής τόκων και χρεολυσίων αποτελεί κρίσιμο μοχλό πίεσης για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους και του υπολοίπου με ρήτρα ανάπτυξης, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για έξοδο από την κρίση. Ωστόσο κι αυτό δεν αρκεί. Χρειάζεται συνολική ανατροπή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών του Μνημονίου, δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος στο τραπεζικό σύστημα, πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης και μείωσης της ανεργίας, ενίσχυση αγοραστικής δύναμης μισθών και συντάξεων (επαναφορά κατώτατου μισθού στο προ κρίσης επίπεδο 751 €), επαναθεμελίωση εργασιακών δικαιωμάτων και πολλά άλλα, που δεν είναι ο χώρος για μεγαλύτερη ανάλυση.
Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν μια κυβέρνηση που θα θέτει ως προτεραιότητα τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και της χώρας, θα διασφαλίζει την εθνική και λαϊκή κυριαρχία και θα ακολουθεί πολιτική ισότιμων και αμοιβαία επωφελών σχέσεων με όλες τις χώρες, αντί την πολιτική του παθητικού συνοδοιπόρου και της εθελοδουλίας στις επιλογές των κυρίαρχων ελίτ Βρυξελών και Βερολίνου. Η ανάπτυξη ισχυρού κινήματος αντίστασης, αλληλεγγύης και ανατροπής, αποτελεί τον κρισιμότερο ίσως παράγοντα μιας τέτοιας ελπιδοφόρας προοπτικής.