Κρίση, ευρώ και νομισματική αυτονομία

getFile-4115-150x150

Του Ηλία Νικολόπουλου*

Η κρίση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας καθώς και οι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου βαθαίνει όλο και περισσότερο. Τα μνημόνια και οι μνημονιακές πολιτικές αποτυγχάνουν συνεχώς, με αποτέλεσμα να προσανατολίζονται βαθμιαία στην ιδιοποίηση του συνόλου των διαθέσιμων πόρων.

Αφετηρία για την κατανόηση της διεθνούς και ευρωπαϊκής κρίσης, που πλήττει με ιδιαίτερα οξύ τρόπο τον εξελιγμένο κεφαλαιοκρατικά κόσμο, αποτελεί το γεγονός της μετατόπισης του επίκεντρου της συσσώρευσης και της παραγωγής στην Ασία και στις άλλες αναδυόμενες περιοχές. Η μετατόπιση αυτή έχει σοβαρές επιπτώσεις στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας διότι οδηγεί στην αποβιομηχάνιση του κεφαλαιοκρατικού κέντρου και στην επικράτηση σε αυτό του χρηματιστικού και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.

Στη χώρα μας η κρίση αυτή έχει προσλάβει δομικό χαρακτήρα εξαιτίας της πολιτικής της άρχουσας τάξης και του κυρίαρχου πελατειακού πολιτικού συστήματος, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί με συμβατικό τρόπο και η διέξοδος από αυτή να απαιτεί ριζοσπαστικά μέτρα που να οδηγούν σε ρήξεις και τομές τόσο στο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο όσο και στο θεσμικό. Ρήξεις και τομές οι οποίες πρέπει να συνδέονται με διαδικασίες μετάβασης σε εναλλακτικές μορφές οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας με άξονα τις αυτοδιαχειριστικές, συνεταιριστικές, συνεργατικές και άλλες αλληλέγγυες μορφές.

Το σημείο εκκίνησης της επανενεργοποίησης της οικονομίας και της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας μας αποτελεί η ακύρωση των μνημονίων, η καταγγελία των δανειακών συμβάσεων και η διαγραφή του μεγαλύτερου, τουλάχιστον, μέρους του χρέους. Μια τέτοια πρωτοβουλία σε συνδυασμό με τη δημιουργία ενός ισχυρού κοινωνικού τομέα με αυτοδιαχειριστικά χαρακτηριστικά και τη βοήθεια ενός αναδιαρθρωμένου, ορθολογικού και αποτελεσματικού δημόσιου τομέα μπορεί να κινητοποιήσει τις αξιόλογες ζωντανές παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μας ώστε να αξιοποιηθούν οι παραγωγικές της δυνατότητες με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Μια τέτοια κατεύθυνση για να μπορεί να εκπληρώνει τους σκοπούς της επιβάλλεται να έχει την κατάλληλη νομισματική πολιτική. Στο πλαίσιο αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να επισημάνουμε, αφ’ ενός, τη βεβιασμένη επιλογή των κυρίαρχων ελίτ για την ένταξή μας στην ευρωζώνη και, αφ’ ετέρου, ότι το ευρώ με τον τρόπο που υιοθετήθηκε και λειτουργεί διαδραματίζει αρνητικό ρόλο για τις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι η ανάπτυξη των περισσότερων χωρών της ευρωζώνης υπονομεύτηκε, με αποτέλεσμα να είναι χαμηλότερη από ό,τι επέτρεπαν οι δυνατότητές τους εξαιτίας της ανατίμησης του ευρώ από το 2002 και μετά. Ταυτόχρονα το ευρώ συνέτεινε στην επιτάχυνση της αποβιομηχάνισης των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου και όχι μόνον αυτών.

Η μοναδική, σχεδόν, χώρα που ευνοήθηκε και ευνοείται από το ευρώ είναι η Γερμανία, της οποίας το μεγαλύτερο μέρος του εμπορικού της πλεονάσματος προέρχεται από τις συναλλαγές της με τις χώρες της ευρωζώνης. Είναι χαρακτηριστικό, σχετικά, ότι το ευρώ δεν αποκλείει τις ανταγωνιστικές εσωτερικές υποτιμήσεις, όπως συνέβη λ.χ. με τη Γερμανία το διάστημα 2002-2004, η οποία προχώρησε σε ανταγωνιστική εσωτερική υποτίμηση σε βάρος των άλλων χωρών της ευρωζώνης με αποτέλεσμα, ενώ είχε εμπορικό έλλειμμα το 2000, να πετύχει εμπορικό πλεόνασμα 7,5% den 2007.

Επομένως, το ευρώ, αντίθετα από ό,τι υποστηρίζεται από τις κυρίαρχες ελίτ, δεν συνέβαλε στη σύγκλιση των χωρών της ευρωζώνης αλλά στην απόκλισή τους.

Το βασικό, συνεπώς, πρόβλημα που αναδεικνύεται είναι ότι στην ευρωζώνη επιβάλλεται μια ενιαία νομισματική πολιτική σε ετερογενείς οικονομίες και κοινωνίες επιδεινώνοντας τις διαφορές τους, αφού δεν υφίστανται πολιτικές και μηχανισμοί άμβλυνσης και υπέρβασής τους. Η κατάσταση αυτή χειροτερεύει ακόμη περισσότερο από τη στιγμή που οι Κεντρικές Τράπεζες άλλων χωρών (ΗΠΑ, Κίνας, Ιαπωνίας κ.ά.) ακολουθούν πολιτικές υποτίμησης των νομισμάτων τους ενισχύοντας την οικονομική τους δραστηριότητα όπως και την ανταγωνιστικότητά τους σε βάρος της ευρωζώνης. Ετσι, δεν είναι τυχαίο ότι σε συνθήκες ευρωπαϊκής κρίσης το ευρώ παραμένει ισχυρό, με αποτέλεσμα η κρίση στον ευρωπαϊκό χώρο να επιδεινώνεται και να πλήττει με ιδιαίτερα οξύ τρόπο τις νοτιοευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες πρέπει να συγκροτήσουν το συντομότερο ενιαίο μέτωπο.

Συνεπώς, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ένα κοινό νόμισμα που να είναι σε θέση να εξυπηρετεί τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες των λαών της ευρωζώνης η επανάκτηση της νομισματικής αυτονομίας των χωρών που δοκιμάζονται από ένα κατ’ επίφαση κοινό νόμισμα είναι περισσότερο από αναγκαία έτσι ώστε οι χώρες αυτές με τη βοήθεια και της νομισματικής πολιτικής και του κατάλληλου νομίσματος να αντιμετωπίσουν την οικονομική και κοινωνική καταστροφή που βιώνουν. Η διέξοδος από την καταστροφική αυτή κατάσταση δεν βρίσκεται εκτός τρόικας και εντός ευρωζώνης αλλά εκτός τρόικας και ευρωζώνης και σε αντισυστημική κατεύθυνση.

…………………………………………………………..

* Οικονομολόγος, πρώην αντιπρόεδρος και καθηγητής στο ΤΕΙ Χαλκίδας

 

Leave a Comment