ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ. ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ Η ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ;

kyvernisi aristeras maxomeΚυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος η συλλογή «Κυβέρνηση της Αριστεράς. Δρόμος για το μέλλον ή παρένθεση;» Περιλαμβάνει συνεισφορές από έντεκα πολιτικούς, διανοούμενους και ακτιβιστές της Αριστεράς: Λ. Βατικιώτης, Ρ. Δούρου, Γ. Δραγασάκης, Μ. Ζέρβας, Θ. Καμπαγιάννης, Χ. Κεφαλής, Δ. Μπελαντής, Σ. Σακοράφα, Π. Σωτήρης, Γ. Τόλιος, Θ. Φωτίου. Εξετάζονται κύριες πτυχές του εγχειρήματος της κυβέρνησης της Αριστεράς, από την πολιτική στρατηγική και τακτική ως ειδικούς τομείς της αριστερής διακυβέρνησης (εξωτερική και εσωτερική πολιτική, κρατικός μηχανισμός, εκπαίδευση, περιβάλλον, κ.ά.).

Ακολουθούν χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το κείμενο των Γιάννη Τόλιου και Χρήστου Κεφαλή.

ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ

 

των Γιάννη Τόλιου και Χρήστου Κεφαλή

Αφετηριακό σημείο στην πολιτική της αριστερής κυβέρνησης είναι η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και η ανάπτυξη ισότιμων και αμοιβαία επωφελών σχέσεων με όλες τις χώρες. Προκύπτει, ωστόσο, το εύλογο ερώτημα: Μια τέτοια πολιτική είναι εφικτή στα πλαίσια της ΕΕ και της ευρωζώνης; Εδώ προβάλλουν δύο διαφορετικά σενάρια. Το πρώτο επιδιώκει προώθηση των όποιων μεταρρυθμίσεων και αλλαγών στα όρια ανοχής της ευρωζώνης και το δεύτερο αμφισβήτηση των ορίων της, στο όνομα της επιβίωσης του ελληνικού λαού και της σοσιαλιστικής προοπτικής. Στο πρώτο σενάριο, οι ριζοσπαστικές αιχμές του σχεδίου μοιραία εγκαταλείπονται και η οικονομική πολιτική κινείται εντός των ορίων ανοχής της ευρωζώνης, με οριακές παραχωρήσεις ή εξαιρέσεις. Στο δεύτερο, η αριστερή κυβέρνηση προωθεί το σχέδιο λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα για την επιτυχία του, απορρίπτοντας εκβιασμούς και απειλές που θα ασκηθούν από τις κυρίαρχες ελίτ εντός και εκτός της χώρας. Το «ενδιάμεσο» σενάριο, για προσωρινή αναστολή εφαρμογής του σχεδίου μέχρι να προκύψουν αριστερές κυβερνήσεις σε όλες τις χώρες για να ανατρέψουν «όλες μαζί» το νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα της ΟΝΕ, αποτελεί έμμεση εγκατάλειψη του σχεδίου. Η «ασύμμετρη ανάπτυξη του κινήματος» σε κάθε χώρα έχει δείξει την ανεδαφικότητα τέτοιων θεωρήσεων, οι οποίες τελικά λειτουργούν ως εμπόδιο παρά ως όχημα προώθησης αλλαγών που έχουν ωριμάσει στην κοινωνία.

Από την άλλη, οι μεταρρυθμιστικές ψευδαισθήσεις σε τμήματα της κοινωνίας, ακόμα και δυνάμεις της Αριστεράς, για βελτίωση του οικοδομήματος της ΟΝΕ με «πίεση από τα κάτω» δεν μπορούν να αλλάξουν τη σκληρή πραγματικότητα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η ΕΕ και ο πυρήνας της, η ευρωζώνη, δεν αποτελούν ένωση χωρών και λαών για τη σύγκλιση οικονομιών, μισθών και δικαιωμάτων, αλλά ένωση καπιταλιστών (κυρίως πολυεθνικών) με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικής τους θέσης στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο, καθώς και την αντιμετώπιση του εργατικού και αριστερού κινήματος. Κυρίαρχο ενοποιητικό στοιχείο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι η ισχύς και ο ανταγωνισμός, όχι η ισότιμη συνεργασία των λαών. Η ΕΕ αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα ιμπεριαλιστικά κέντρα του πλανήτη. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, η ευρωζώνη έχει υποστεί σοβαρή μετάλλαξη προς αντιδραστικότερη κατεύθυνση. Εκτός από τους αρχικούς νεοφιλελεύθερους πυλώνες (ΕΚΤ και Σύμφωνο Σταθερότητας), έχουν προστεθεί νέοι («Μηχανισμός Στήριξης» με Μνημόνια, «Σύμφωνο για το Ευρώ», «Δημοσιονομικό Σύμφωνο», «Εξάμηνα συντονισμού»), που κάνουν το πλαίσιό της πιο σκληρό και καθολικότερο το πλέγμα υπερεθνικής επιβολής της βούλησης των κυρίαρχων ελίτ, κυρίως της γερμανικής, σε βάρος λαών και εργαζόμενων, ιδιαίτερα των περιφερειακών χωρών.

Οι μνημονιακές εξελίξεις στην Ελλάδα και πρόσφατα στην Κύπρο διέλυσαν πολλές ψευδαισθήσεις για το χαρακτήρα της ευρωζώνης και έδειξαν το ασύμβατο εφαρμογής αριστερής πολιτικής εντός των ορίων της.[1] Κατά συνέπεια, η υλοποίηση του αριστερού προγράμματος και δη του σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης προϋποθέτει την απόρριψη των ουτοπικών θεωρήσεων «όλες οι χώρες μαζί». Απαιτεί, αντίθετα, σπάσιμο του «αδύνατου κρίκου» όπου οι συνθήκες έχουν ωριμάσει, διευκολύνοντας τις διαδικασίες ανατροπής και το σπάσιμο νέων κρίκων, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για επαναθεμελίωση ΕΕ και ευρωζώνης με όρους λαών και εργαζόμενων.

Με βάση αυτό το σχέδιο, η αποδέσμευση από την ευρωζώνη και η μετάβαση σε εθνικό νόμισμα, παρά τα προβλήματα που θα υπάρξουν, ανοίγει ελπιδοφόρες προοπτικές για το λαό και τη χώρα. Ας δούμε συνοπτικά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της συγκεκριμένης επιλογής. Το πρώτο και σημαντικό της αποδέσμευσης είναι η ανάκτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας που έχει συρρικνωθεί δραματικά στα πλαίσια της ευρωζώνης και των Μνημονίων, πλήττοντας την αξιοπρέπεια του ελληνικού λαού. Το δεύτερο είναι η ανάκτηση των βασικών εργαλείων άσκησης οικονομικής πολιτικής. Εκτός από τη νομισματική πολιτική με τις δύο εκφάνσεις της (συναλλαγματική και πιστωτική), τελευταία στον έλεγχο της ευρωζώνης έχουν περάσει η δημοσιονομική (φορολογική πολιτική και κρατικές δαπάνες), η εισοδηματική, η κοινωνική και σχεδόν κάθε πτυχή της οικονομικής πολιτικής, τουλάχιστον όσο ισχύουν τα Μνημόνια και οι δεσμεύσεις των δανειακών συμβάσεων. Από αυτό και μόνο γίνεται κατανοητό ότι όλες οι επιλογές του σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης είναι από χέρι φαλκιδευμένες,[2] όσο η χώρα παραμένει στην ευρωζώνη.

Όσον αφορά αυτή καθαυτή την αποδέσμευση, η οποία θα πρέπει να συνδυαστεί και με αθέτηση πληρωμών και αναδιαπραγμάτευση/«κούρεμα» του δημόσιου χρέους, θα υπάρξουν ορισμένα σοβαρά προβλήματα στην αρχική περίοδο που όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα είναι αξεπέραστα[3]. Συγκεκριμένα, στο πεδίο των διεθνών συναλλαγών, η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα και η υποτίμησή του γύρω στο 40%, παρά τις αντιφάσεις, θα επιδράσει μακροπρόθεσμα θετικά. Οι εισαγωγές αρχικά θα γίνουν ακριβότερες σε εθνικό νόμισμα, με αποτέλεσμα σε ορισμένα είδη (καύσιμα, makinalar, τρόφιμα, φάρμακα) οι τιμές να ανέβουν. Ταυτόχρονα, όμως, θα υπάρξει υποκατάσταση εισαγόμενων προϊόντων με εγχώρια, τονώνοντας παραγωγή, απασχόληση και εισόδημα. Από την άλλη, οι εξαγωγές θα αυξηθούν διότι με την υποτίμηση ενισχύεται η ανταγωνιστικότητα, ωθώντας σε αύξηση παραγωγή, απασχόληση και εισόδημα. Επίσης, το μεταναστευτικό συνάλλαγμα κατοίκων εξωτερικού προς την Ελλάδα θα ανατιμηθεί σε εθνικό νόμισμα, ενώ αντίθετα θα υποτιμηθεί το μεταναστευτικό των ξένων που ζουν στη χώρα. Ιδιαίτερα θετική θα είναι η επίδραση στον τουρισμό, ενώ αντίθετα ο τουρισμός Ελλήνων στο εξωτερικό θα ακριβύνει. Όσον αφορά την κίνηση κεφαλαίων, αρχικά θα παρατηρηθεί κερδοσκοπία (κυκλοφορούντα ευρώ), όμως με επιβολή ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίων και καθορισμό ελεγχόμενης ισοτιμίας οι κερδοσκοπικές τάσεις θα εκτονωθούν. Κρίσιμο ρόλο θα παίξει η Τράπεζα Ελλάδος η οποία θα περάσει στον πλήρη έλεγχο του ελληνικού δημοσίου. Τέλος, όσον αφορά το δημόσιο χρέος, με τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους και εξόφληση του υπόλοιπου με ρήτρα ανάπτυξης, σε συνδυασμό με την ανάκαμψη παραγωγής και ΑΕΠ, θα γίνει βιώσιμο.

Το συνολικό αποτέλεσμα της αποδέσμευσης μακροχρόνια θα είναι ασύγκριτα καλύτερο από την παραμονή στην ευρωζώνη, η οποία το μόνο που διασφαλίζει είναι η συνέχιση της λιτότητας τουλάχιστον για δέκα χρόνια, η τεράστια διόγκωση του χρέους που θα πληρώνουν οι μελλοντικές γενιές, η λαφυραγώγηση της δημόσιας περιουσίας, η παραγωγική παρακμή, η ουσιαστική απώλεια της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Ένα τέτοιο μέλλον δεν ταιριάζει ούτε στον ελληνικό, ούτε σε κανένα λαό. Γι’ αυτό και το οικοδόμημα της ευρωζώνης με αυτές τις προδιαγραφές δεν είναι βιώσιμο, ούτε επίσης το νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα του σύγχρονου καπιταλισμού στις διάφορες εκδοχές του. Η μόνη ελπιδοφόρα προοπτική είναι η προοδευτική διέξοδος από την κρίση με προοπτική το σοσιαλισμό. Δεν πρόκειται για ουτοπική θεώρηση, αλλά για μια εν δυνάμει ρεαλιστική προοπτική που προϋποθέτει, όμως, τη μαζική, συνειδητή και συντονισμένη δράση όλων των κοινωνικών δυνάμεων, κυρίως της μισθωτής εργασίας, που έχουν ζωτικό συμφέρον στην ανατροπή της σημερινής κατάστασης και στο άνοιγμα του δρόμου για ένα καλύτερο μέλλον.

 


[1] Με το ξέσπασμα της κρίσης της ευρωζώνης αυξάνουν οι κριτικές στο σαθρό οικοδόμημα της ΟΝΕ. Ενδεικτικά αναφέρουμε τη μελέτη των ερευνητών του ΔΝΤ Ruo Chen, Maria Millesi-Ferreti, Thierry Tressel (2012), «External Imbalances in the Euro Area».

[2] Σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Χουντή για τη λήξη της αυστηρής εποπτείας της χώρας και έξοδο από τα Μνημόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησε ότι σύμφωνα με τον Κανονισμό 472/2013 που ψηφίστηκε το 2013 στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με παρουσία της κυβέρνησης, τα κράτη-μέλη παραμένουν υπό (ισχυρή) εποπτεία μετά το πρόγραμμα εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75% της χρηματοδοτικής συνδρομής που έχει ληφθεί από την ευρωζώνη, www.iskra.gr, 10/9/2013.

[3] Για μια διεξοδικότερη ανάλυση αυτού του πλέγματος προβλημάτων, των εμπλεκόμενων δυσκολιών αλλά και των τρόπων και μέσων αντιμετώπισής τους, βλ. Κ. Λαπαβίτσας, «Η δομική κρίση της περιφέρειας της ευρωζώνης» στο Ο Χάρτης της Κρίσης. Το Τέλος της Αυταπάτης, (2010, συλλογικό), Αθήνα, Τόπος, ιδιαίτερα σσ. 172-78.

 

Leave a Comment