Ο ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ

κ μαρξ images

Ο Καρλ Μαρξ για το δημόσιο χρέος

ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΤΟΜΟΣ Α – ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ

ΤΟ ΠΡΟΤΣΕΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Η ΛΕΓΟΜΕΝΗ ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΗ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗ

 

Το σύστημα της δημόσιας πίστης, δηλ. των κρατικών χρεών, που τις αρχές του τις ανακαλύπτουμε κιόλας στο μεσαίωνα στη Γένουα και στη Βενετία, dreift yfir Evrópu á tímabilinu manoufaktouras. Το αποικιακό σύστημα με το θαλάσσιο εμπόριό του και με τους εμπορικούς του πολέμους του χρησίμευσε σαν θερμοκήπιο. Έτσι στέριωσε πρώτα στην Ολλανδία. Το δημόσιο χρέος, δηλ. το ξεπούλημα του κράτους –αδιάφορο αν είναι απολυταρχικό, συνταγματικό ή δημοκρατικό κράτος– βάζει τη σφραγίδα του στην κεφαλαιοκρατική εποχή. Το μοναδικό κομμάτι τού λεγόμενου εθνικoύ πλούτου, που στoυς σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού είναι το δημόσιο χρέος τους 1. Γι’ αυτό είναι πέρα για πέρα συνεπής η σύγχρονη θεωρία που λέει πως ένας λαός γίνεται τόσο πιο πλούσιος, όσο πιο βαθιά βουτιέται στα χρέη. Το δημόσιο χρέος γίνεται το credo [πιστεύω] του κεφαλαίου. Κι από τη στιγμή που εμφανίζεται η χρέωση του δημοσίου, τη θέση του αμαρτήματoς ενάντια στο άγιο πνεύμα, για το οποίο δεν υπάρχει άφεση, την παίρνει η καταπάτηση της πίστης απέναντι στο δημόσιο χρέος.

Το δημόσιο χρέος γίνεται ένας από τους πιο δραστικούς μοχλούς της πρωταρχικής συσσώρευσης. Eins og með töfrasprota endows unproductive peninga með afkastamikill krafti og því leiða til höfuðborgarinnar, án þess að það 's skylt að afhjúpa stoys erfiði og áhættu sem er óaðskiljanlegur hluti af iðnaðar en jafnvel usurious staðsetningar. Οι πιστωτές του δημοσίου στην πραγματικότητα δε δίνουν τίποτα, γιατί το ποσό που δανείζουν μετατρέπεται σε κρατικά ευκολομεταβιβάσιμα χρεώγραφα, που στα χέρια τους εξακολουθούν να λειτουργούν, όπως θα λειτουργούσαν αν ήταν ισόποσο μετρητό χρήμα. Ασχετα όμως κι από την τάξη των αργόσχολων εισοδηματιών που δημιουργείται μαυτό τον τρόπο και τον αυτοσχέδιο πλούτο των χρηματιστών που παίζουν το ρόλο του μεσίτη ανάμεσα στην κυβέρνηση και στο έθνος –καθώς και των φοροενοικιαστών, των εμπόρων, Unnar einstaklinga, að góð hluti af hvers ríkis lán býður þeim þjónustu á höfuðborg fallið frá ourano- skulda hefur skapað sameiginlega lager fyrirtækja, το εμπόριο με συναλλάξιμες αξίες όλων των ειδών, την επικαταλλαγή, με δυο λόγια: το παιχνίδι στο χρηματιστήριο και τη σύγχρονη τραπεζοκρατία.

Οι στολισμένες με εθνικούς τίτλoυς μεγάλες τράπεζες ήταν από τη γέννησή τους απλώς εταιρίες ιδιωτών σπεκουλάντηδων, που στάθηκαν στο πλευρό των κυβερνήσεων και που, χάρη στα προνόμια πoυ πήραν, ήταν σε θέση να δανείζουν σαυτές χρήματα. Γι’ αυτό, Aukning skulda almennings hefur enga aðra meira infallible mælikvarði á í áföngum hækkun á hlutabréfum þessara banka, που η πλέρια ανάπτυξή τους χρονολογείται από την ίδρυση της Τράπεζας της Αγγλίας (1694). Η Τράπεζα της Αγγλίας άρχισε τη δράση της δανείζοντας στην κυβέρνηση τα χρήματά της με τόκο 8%. Ταυτόχρονα είχε εξουσιοδοτηθεί από τη βουλή από το ίδιο κεφάλαιο να κόβει νόμισμα, δανείζοντάς το ακόμα μια φορά στο κοινό με τη μορφή τραπεζογραμματίων. Με τα τραπεζογραμμάτια αυτά είχε το δικαίωμα να προεξοφλεί συναλλαγματικές, να δανείζει επί ενεχύρω εμπορευμάτων και ναγοράζει ευγενή μέταλλα. Δεν πέρασε πολύς καιρός και το πιστωτικό αυτό χρήμα, που δημιούργησε η ίδια, έγινε το νόμισμα, Með Englandsbanka gaf lán til ríkis og greidd af ríkinu þágu opinberra skulda.

Και σα να μην ήταν αρκετό ότι έδινε με το ένα χέρι για να εισπράττει περισσότερα με τ’ άλλο, έμενε, ακόμα και τη στιγμή που εισέπραττε, eilíft kröfuhafi þjóðarinnar til síðasta eyri sem hann hafði gefið. Σιγά σιγά έγινε ο αναπόφευχτος φύλακας του μεταλλικού θησαυρού της χώρας και το κέντρο έλξης όλης της εμπορικής πίστης. Τον ίδιο καιρό που έπαψαν στην Αγγλία να καίνε μάγισσες, άρχισαν να κρεμούν παραχαράκτες τραπεζογραμματίων. Ποια είναι η εντύπωση που προκάλεσε στους συγχρόνους τους η ξαφνική εμφάνιση αυτής της φάρας των τραπεζοκρατών, χρηματιστών, εισοδηματιών, μεσιτών, σπεκουλάντηδων και σκυλόψαρων του χρηματιστηρίου, το δείχνουν τα γραφτά του καιρού εκείνου, λχ. του Μπόλινμπροκ 2.

Μαζί με τα δημόσια χρέη δημιουργήθηκε ένα διεθνές πιστωτικό σύστημα, που συχνά για τούτον ή για κείνον το λαό αποτελεί μια από τις κρυφές πηγές της πρωταρχικής συσσώρευσης. Þannig vileness af Venetian rándýr kerfi eru svo falinn grundvöllur Fjármagnsauður Hollands, που η Βενετία της παρακμής της δάνειζε μεγάλα χρηματικά ποσά. Το ίδιο ισχύει και για τις σχέσεις Ολλανδίας και Αγγλίας. Στις αρχές κιόλας του 18ου αιώνα έχουν υπερφαλαγγιστεί κατά πολύ οι μανουφακτούρες της Ολλανδίας που έχει πάψει να είναι κυρίαρχο εμπορικό και βιομηχανικό έθνος. Γι’ αυτό από το 1701 ως το 1776 μια από τις κύριες επιχειρήσεις τής Ολλανδίας είναι να δανείζει τεράστια κεφάλαια ειδικά στον ισχυρό ανταγωνιστή της, την Αγγλία. Κάτι παρόμοιο γίνεται σήμερα και ανάμεσα στην Αγγλία και τις Ενωμένες Πολιτείες. Πολλά κεφάλαια, που εμφανίζονται σήμερα στις Ενωμένες Πολιτείες χωρίς πιστοποιητικό γέννησης, είναι αίμα παιδιών που μόλις χτες έχει κεφαλαιοποιηθεί στην Αγγλία.

Επειδή το δημόσιο χρέος στηρίζεται στα κρατικά έσοδα, που οφείλουν να καλύπτουν τις χρονιάτικες τοκοχρεωλυτικές κλπ. πληρωμές, το σύγχρονο φορολογικό σύστημα έγινε αναγκαίο συμπλήρωμα του συστήματος των εθνικών δανείων. Τα δάνεια δίνουν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση ναντεπεξέρχεται σε έκτακτα έξοδα χωρίς να γίνεται αυτό αμέσως αισθητό στον φορολογούμενο, μετά όμως απαιτούν αυξημένους φόρους. Από την άλλη μεριά, η αύξηση των φόρων, που προκλήθηκε με τη συσσώρευση απανωτών δανείων αναγκάζει την κυβέρνηση σε κάθε περίπτωση καινούργιων έκτακτων εξόδων να καταφεύγει διαρκώς σε καινούργια δάνεια. Έτσι, το σύγχρονο φορολογικό σύστημα, που άξονάς του είναι οι φόροι στα πιο αναγκαία μέσα συντήρησης (επομένως και το ακρίβαιμα τους), κρύβει μέσα του το σπέρμα της αυτόματης προοδευτικής αύξησης. Η υπερφορορολόγηση δεν είναι επεισόδιο, αλλά μάλλον αρχή. Γι’ αυτό στην Ολλανδία, όπου πρωτοεγκαινιάστηκε το σύστημα αυτό, ο μεγάλος πατριώτης Ντε Βιττ τό εξύμνησε στα «Αξιώματά» του και το χαρακτήρισε σαν το καλύτερο σύστημα για να γίνει ο εργάτης υπάκουος, λιτοδίαιτος, φιλόπονος και… για να παραφορτωθεί με δουλειά. Ωστόσο, η καταστρεφτική επίδραση που ασκεί στην κατάσταση των μισθωτών εργατών μας ενδιαφέρει εδώ λιγότερο από τη βίαιη απαλλοτρίωση του αγρότη, του χειροτέχνη, με δυο λόγια όλων των συστατικών μερών της μικρής αστικής τάξης, που προκαλεί. Πάνω στο ζήτημα αυτό δεν υπάρχουν δυο γνώμες, ούτε ακόμα και στους αστούς οικονομολόγους. Η απαλλοτριωτική αποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος εντείνεται επιπλέον με το προστατευτικό σύστημα, που αποτελεί ένα από τα συστατικά του μέρη.

The stór hlutverk sem skuldir hins opinbera og samsvarandi skattur þess kerfi spila í fjármögnun auðs og eignarnám fjöldans leitt marga höfunda, όπως τον Κόμπετ, τον Ντάμπλνταιη και άλλους, να κάνουν το λάθος ν’ αναζητούν σ΄ αυτό τη βασική αιτία της αθλιότητας των σύγχρονων λαών.

Το προστατευτικό σύστημα ήταν ένα τεχνητό μέσο για να κατασκευάζονται εργοστασιάρχες, ν’ απαλλοτριώνονται ανεξάρτητοι εργάτες, eignfæra landsvísu leið til framleiðslu og viðhald og stytta með valdi flutninginn frá archaic að nútíma háttur af framleiðslu. Τα ευρωπαϊκά κράτη αμιλλώνταν για το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αυτής της εφεύρεσης και, όταν πια μπήκε στην υπηρεσία των κυνηγών του κέρδους, λεηλατούσαν για το σκοπό αυτό όχι μόνο το δικό τους λαό, έμμεσα με τους προστατευτικούς δασμούς, άμεσα με τα πριμ για τις εξαγωγές κλπ. Στις εξαρτημένες γειτονικές χώρες ξεπάτωσαν με τη βία κάθε βιομηχανία, όπως λχ. η Αγγλία ξεπάτωσε την ιρλανδική εριουργία.

Στην ηπειρωτική Ευρώπη απλοποιήθηκε ακόμα πιο πολύ το προτσές αυτό, σύμφωνα με τη μέθοδο του Κολμπέρ. Το πρωταρχικό κεφάλαιο του βιομήχανου προέρχεται εδώ εν μέρει κατ’ ευθείαν από το δημόσιο ταμείο. «Γιατί αναφωνεί ο Μιραμπώ να αναζητούν τόσο μακριά, πριν από τον Επταετή πόλεμο, την αιτία της λαμπρότητας της μανουφακτούρας στη Σαξωνία; Αρκεί να δούμε τα 180 εκατομμύρια κρατικά δάνεια!» 3.

Αποικιακό σύστημα, δημόσια χρέη, φορολογικό βάρος, προστατευτισμός, εμπορικοί πόλεμοι κλπ., αυτοί οι βλαστοί της καθαυτό μανουφακτουρικής περιόδου αυξάνουν γιγάντια την περίοδο της παιδικής ηλικίας της μεγάλης βιομηχανίας. H γέννησή της γιορτάστηκε με το μεγάλο ηρώδειο παιδομάζωμα. Όπως το βασιλικό πολεμικό ναυτικό, έτσι και τα εργοστάσια στρατολογούν τό προσωπικό τους με το στανιό. Όσο αναίσθητος κι αν μένει ο σερ Φ. Μ. Ήντεν μπρος στις φρίκες της απαλλοτρίωσης του αγροτικού πληθυσμού από τη γη του, που άρχισε στο τελευταίο τρίτο του 15ου αιώνα και συνεχίστηκε ως την εποχή του, ως το τέλος δηλ. του 18ου αιώνα, μ’ όση αυταρέσκεια κι αν χαιρετίζει αυτό το προτσές, að "nauðsynlegt" til að búa til "rétta hlutfallið milli ræktuðu landi og úthaga", en það þýðir ekki að sýna sömu efnahagslegu skilning á þörf paidomazoma og barnaþrælkunar fyrir umbreyta manoufaktourikis framleiðslu verksmiðju og koma rétt hlutfall milli fjármagns og vinnuafls völd. Λέει: «Ίσως ν’ αξίζει τον κόπο να επισύρουμε την προσοχή του κοινού στο ζήτημα: αν μια οποιαδήποτε βιομηχανία, sem vinna með árangri er skylt n 'grípur fátækum börnum úr húsunum og úr vinnu hús, για να τα χρησιμοποιεί ομαδικά κατά βάρδιες και να τα ξεθεώνει στη δουλειά το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας, στερώντας τους την ανάπαυση αν μια βιομηχανία, που επιπλέον ανακατώνει μπουλούκια και των δυο φύλων και διάφορων ηλικιών και κλίσεων, έτσι που η μετάδοση του παραδείγματος να οδηγεί αναγκαστικά στη διαφθορά και την ακολασία, αν μια τέτια βιομηχανία μπορεί ν’ αυξήσει την εθνική κα ατομική ευτυχία» 4.

«Στο Ντέρμπυσηρ, í Notingkchamsir sérstaklega í Lankasir -leei the Filnten- á neoefefretes vél sem notuð eru í stórum verksmiðjum á bökkum ánna fær um að flytja um hjól. Ξαφνικά χρειάστηκαν στους τόπους αυτούς, μακριά από τις πόλεις, χιλιάδες εργατικά χέρια˙ και ιδίως χρειαζόταν πληθυσμό το Λάνκασηρ, που ως τότε ήταν συγκριτικά αραιοκατοικημένο και άγονο. Ιδίως επιτάσσονταν τα μικρά κι ευλύγιστα δάχτυλα. Αμέσως επικράτησε η συνήθεια να προμηθεύονται μαθητευόμενους (!) από τα σπίτια δουλειάς των διάφορων ενοριών του Λονδίνου, του Μπίρμινγκχαμ κλπ. Πολλές, πολλές χιλιάδες απαυτά τα μικρά ανήμπορα πλάσματα από 7 ως 13 καί 14 χρονών στάλθηκαν έτσι στό Βορά. Είχε επικρατήσει η συνήθεια, ο μάστορας (δηλ. ο άρπαγας των παιδιών) να ντύνει, να τρέφει και να στεγάζει τους μαθητευόμενούς του σ’ ένα «σπίτι μαθητευομένων» κοντά στο εργοστάσιο.

Ορίστηκαν επιστάτες για να επιβλέπουν την εργασία των παιδιών. Συμφέρον αυτών των δουλεμπόρων ήταν να ξεθεώνουν στο έπακρο τα παιδιά, γιατί η πληρωμή τους ήταν ανάλογη με την ποσότητα προϊόντος που μπορούσαν να στίβουν από το παιδί. Σκληρότητα ήταν η φυσική συνέπειαΣε πολλές εργοστασιακές περιοχές, ιδιαίτερα του Λάνκασηρ, υποβλήθηκαν στα πιο φριχτά βασανιστήρια τ’ αθώα αυτά πλάσματα, που δεν ένιωσαν τη χαρά και που είχαν παραδοθεί στους εργοστασιάρχες. Τα ξεθέωναν μέχρι θανάτου από την πολλή δουλειάτα μαστίγωναν, τ’ αλυσόδεναν, τα βασάνιζαν με την πιο εξεζητημένη και ραφιναρισμένη σκληρότητα. Σε πολλές περιπτώσεις τα καταντούσαν πετσί και κόκκαλο από την πείνα, ενώ τα κρατούσαν με το καμουτσί στη δουλειάΣε μερικές μάλιστα περιπτώσεις τα ‘σπρωξαν στην αυτοχτονία! Οι όμορφες και ρομαντικές κοιλάδες του Ντέρμπυσηρ, του Νόττινγκχαμσηρ και του Λάνκασηρ, μακριά από τα μάτια της κοινωνίας, μετατράπηκαν σε φριχτούς ερημότοπους βασανιστηρίων και συχνά φόνων!… Τα κέρδη των εργοστασιαρχών ήταν τεράστια, πράγμα που ακόνιζε μόνο τη δρακόντεια βουλιμία τους. Άρχιζαν να εφαρμόζουν τη μέθοδο της «νυχτερινής εργασίας», δηλ., αφού παράλυαν μια ομάδα χέρια με τη δουλειά της ημέρας, κρατούσαν έτοιμη μιαν άλλη ομάδα για τη δουλειά της νύχτας. Η ομάδα της ημέρας τράβαγε για τα κρεβάτια που μόλις τα είχε εγκαταλείψει η ομάδα της νύχτας και vice versa [αντίστροφα]. Είναι λαϊκή παράδοση στο Λάνκασηρ, να μην κρυώνουν ποτέ τα κρεβάτια»

(Μαρξ, Κ., To Κεφάλαιο, τόμος πρώτος, βιβλίο 1, Το προτσές παραγωγής του κεφαλαίου, μτφρ. Μαυρομμάτη, Π., Aθήνα: Σύγχρονη Εποχή, 2005)

1. Ο Ουίλλιαμ Κόμπετ παρατηρεί πως στην Αγγλία ολα τα δημόσια ιδρύματα τα λένε «βασιλικά», ωστόσο σαν αντιστάθμισμα υπάρχει το «εθνικό» χρέος (national debt).

2. «Αν οι τάταροι κατάκλυζαν σήμερα την Ευρώπη, θα ήταν δύσκολο να τους δόσουμε να καταλάβουν τι εννοούμε εμείς όταv λέμε χρηματιστής» (Montesquieu: «Esprit des lois», εκδ. Londres 1769, τόμ. IV, σελ. 33).

3. «Pourquoi aller chercher si loin la cause de l’ eclat manufacturier de la Saxe avant la guerre? Cent quatre vingt millions de dettes faites par les souverains» (Mirabeau: «De la Monarch ie Prusienne» Londres 1788, toli· VL σελ. 101).

4. Eden: The State of the Poor», βιβλ. II, κεφ. 1, σελ. 421.

5. John Fielden: «The»Curse of the Factory System», London 1836, σελ. 5, 6. Για τις άρχικές ατιμίες του εργοστασιακού συστήματος πρβλ. Dr. Aikin: Description of the Country from thirty to forty miles round Manchester», «London 1795, σελ. 219, καί Gisborne: «Inquiry into the Duties of Men*. 1795, τόμ. II. Επειδή η ατμομηχανή μεταφύτευσε τα εργοστάσια μακριά από τις υδατοπτώσεις, στο κέντρο των πόλεων, ο «ερασιτέχνης της απάρνησης» κεφαλαιοκράτης βρήκε πρόχειρο το παιδικό ύλικό χωρίς τη βίαιη προσκόμιση σκλάβων από τα σπίτια δουλιάς. Όταν ο σερ Ρ. Πήλ (ο πατέρας του «υπουργού του ευπαράδεχτου») υπόβαλε το 1815 το νομοσχέδιο του γιά τήν προστασία τών παιδιών, ο Φ. Χόρνερ (lumen [φωστήρας] της Bullion Committee και στενός φίλος του Ρικάρντο) δήλωσε στην Κάτω Βουλή : "Það er vel þekkt að með þeim gildum sumra gjaldþrota verksmiðju eiganda sem tók hamarinn stökk og seld á uppboði sem hluti af búi hans og fullt ef þeim er heimilt að nota þessa tjáningu- από παιδιά εργοστασίου. Πριν δυο χρόνια (það 1813) εφτασε ως το King’s Bench [Βασιλικό εδώλιο - ανώτατο δικαστήριο] μια απαίσια περίπτωση. Επρόκειτο για κάμποσα αγόρια. Μια ενορία του Λονδίνου τα παράδοσε σ’ έναν εργοστασιάρχη, που με τη σειρά του τα μεταβίβασε σ’ έναν άλλο. Τέλος, μερικοί φιλάνθρωποι τανακάλυψαν σε κατάσταση απόλυτης εξάντλησης από την πείνα (absolute famine). Μια άλλη ακόμα πιο αποτρόπαια περίπτωση την πληροφορήθηκα σαν μέλος της κοινοβουλευτικής εξεταστικής επιτροπής. Fyrir nokkrum árum síðan London sóknarprest og iðnjöfur af Lankasir loka samning sem kveðið að verksmiðjan eigandi var skylt að fylgja hvert 20 υγιή παιδιά να παίρνει κι ένα ηλίθιο»

Leave a Comment