Δημόσιο συμφέρον

δικαιοσύνη μνημονια

Κυριάκου Μακαρώνα

  1. Ως τώρα δεν έχει διαψευσθεί αλλά επιβεβαιώνεται διαρκώς ότι οι κανόνες δικαίου, τα νομικά συστήματα εν γένει, τίθενται και εφαρμόζονται από τις κυρίαρχες κοινωνικές τάξεις για την προάσπιση των δικών τους συμφερόντων.

Ανάλογα με την ισχύ ή την πίεση που κάθε φορά αναπτύσσεται, στο πλαίσιο της διαρκούς αντίθεσης με τις κυριαρχούμενες τάξεις, οι κανόνες δικαίου παίρνουν διαφορετικές μορφές, ερμηνεύονται με διαφορετικό τρόπο.

Μπορεί, ακόμη, να ερμηνεύονται και εφαρμόζονται με διαφορετικό τρόπο όμοιοι κανόνες. Το μέσο για την εφαρμογή των κανόνων δικαίου είναι το Κράτος και οι μηχανισμοί του. Όχι ως αμερόληπτος διαιτητικός παράγοντας που υποτίθεται ότι διασφαλίζει την ομαλή συνύπαρξη των κοινωνικών ομάδων και των τάξεων στις ταξικές κοινωνίες. Αλλ’ ως πανίσχυρο όπλο στα χέρια της κάθε φορά κυρίαρχης τάξης προκειμένου αυτή να επικρατήσει στο πεδίο των πολλαπλών αντιθέσεων και συγκρούσεων και να διατηρήσει την εξουσία της.

  1. Όσο σταθερότερη είναι η εξουσία της κυρίαρχης τάξης ο μηχανισμός αυτός, με την πίεση των κυριαρχούμενων τάξεων, γίνεται κάποτε πιο ευέλικτος, πιο παραχωρητικός, παίρνει, σε ορισμένα ζητήματα, χαρακτήρα ρυθμιστή στο πλαίσιο της νομιμότητας που το ίδιο το Κράτος καθορίζει. Δεν χάνει ωστόσο ποτέ τον κύριο χαρακτήρα του ως μέσου επιβολής και εξουσίας. Όσο πιο ασταθής γίνεται η κυριαρχία της, η κυρίαρχη τάξη πετά στα σκουπίδια τη μάσκα του Κράτους ρυθμιστή, την ίδια της τη νομιμότητα ως Κράτους Δικαίου και αποκαλύπτει την ουσία της κρατικής εξουσίας ως οργανωμένης βίας μιάς τάξης πάνω στις άλλες, μεταβάλλει το Κράτος Δικαίου σε Κράτος – Δύναμη, αυτό που πραγματικά είναι.
  2. Στις περιόδους τέτοιας αστάθειας, επιστρατεύονται όλοι οι μηχανισμοί του Κράτους της κυρίαρχης τάξης είτε για τη θέσπιση, για την εφαρμογή και ερμηνεία κανόνων δικαίου όπως συμφέρουν εκείνην, είτε καταργώντας απροκάλυπτα τη μέχρι τότε ισχύουσα νομιμότητα. Έτσι, ο σκοπός, το περιεχόμενο και η ερμηνεία των κανόνων δικαίου δεν τίθεται μόνον, ως ζήτημα επιστημονικού ελέγχου αλλ’ ως ζήτημα ταξικής ισχύος. Τίθεται ως ζήτημα που εξαρτάται από το ποιά τάξη έχει την εξουσία και ποιά συμφέροντά της θεωρεί ότι πρέπει να προωθήσει ή να υπερασπισθεί έναντι επικειμένων κινδύνων.
  3. Στο πεδίο της έννοιας του δημοσίου ή εθνικού συμφέροντος, ως δικαίου της ανάγκης που υπερτερεί και επιβάλλει περιστολή άλλων δικαιωμάτων και άμβλυνση ή και κατάργηση της νομιμότητας, έχει σημειωθεί ιστορικά και διαχρονικά η ταύτιση της έννοιας αυτής με το εκάστοτε συμφέρον της κάθε φορά κυρίαρχης τάξης. Χαρακτηρίζεται δηλαδή κατά κανόνα ως δημόσιο συμφέρον ή ως δίκαιο της ανάγκης το συμφέρον του ισχυρού τμήματος της κοινωνίας ακόμη κι αν είναι εξαιρετικά μειοψηφικό στην κοινωνία.
  4. Από την εποχή ήδη του δουλοκτητικού συστήματος, καταγράφεται στο Ρωμαϊκό Δίκαιο αναφορά στο δίκαιο της ανάγκης ως “salus populi …”. Είχε δοθεί στη Σύγκλητο η εξουσία να εκδίδει διαπιστωτικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου (Senatus Ultimum Consultum) παρακάμπτοντας την αρχή της νομιμότητας. Τα Statutes of Proclamation του 14ου αιώνα στην Αγγλία ανέθεταν στο Συμβούλιο του Στέμματος την κρίση για το αν ο Βασιλιάς μπορεί να εκδώσει αναγκαστικό διάταγμα δίχως την άδεια της Βουλής. Η επίκληση και η θεωρητική επεξεργασία του δικαίου της ανάγκης, της υπεροχής του δημοσίου συμφέροντος έναντι της ισχύουσας νομιμότητας γίνεται και από τους Γάλλους νομικούς του 16ου και 17ου αιώνα, τον Μακιαβέλι και τη Γερμανική θεωρία του Κράτους – Δύναμη. Με αυτήν την επίκληση ανακηρύχθηκε Ύπατος ο Ναπολέων ο οποίος και το εισήγαγε το 1815 ως θετό κανόνα δικαίου, με αυτό κατέστη Αρχηγός του Ράιχ ο Χίτλερ (χρησιμοποιώντας τη ρύθμιση του Συντάγματος της Βαϊμάρης περί αρμοδιότητος του Προέδρου της Δημοκρατίας να διαλύει το Κοινοβούλιο).
  5. Πέρα από τα δικά μας Συντάγματα και παράλληλα με το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. ισχύει η δυνατότητα κατάργησης των δικαιωμάτων αυτών με το άρθρο 15 της Ε.Σ.Δ.Α. (που τιτλοφορείται «παρέκκλιση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης»). Στο συγκεκριμένο πεδίο της Συνταγματικής τάξεως και της νομιμότητας στη χώρα μας, συρρικνώθηκαν έως σχεδόν μηδενισμού οι ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού ακριβώς με την επίκληση αυτού του δικαίου της ανάγκης. Συρρικνώθηκε ακόμη και η άσκηση της εθνικής κυριαρχίας με εξαιρετικά βάναυσο τρόπο.
  6. Από πλευράς νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας παραβιάσθηκαν με ωμότητα οι πρόνοιες των διαδικαστικών εγγυήσεων ως προς την κύρωση και την αυξημένη πλειοψηφία που απαιτεί το Σύνταγμα και νομοθετήθηκε, κατά παράβαση αυτής της νομιμότητας, με τους 3845, 4046, 4093, τις Π.Υ.Σ., τις Π.Ν.Π. η δυστυχία και η εξαθλίωση για τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, προκειμένου να σωθεί η κυρίαρχη τάξη και δη όχι μόνο στο εθνικό πεδίο. Ορίσθηκε στις αιτιολογικές εκθέσεις και στις διατάξεις ήδη του Μνημονίου Ι (ν. 3845) ως δημόσιο συμφέρον η «ανάγκη διατήρησης της οικονομικής και δημοσιονομικής σταθερότητος της Ευρωζώνης για την οποία οι Αρχηγοί Κρατών απεφάσισαν την 25.03.2010 τη δημιουργία μηχανισμού στήριξης».

Ορίσθηκε ως δημόσιο συμφέρον η σταθερότητα της υπερεθνικής Κρατικής Εξουσίας που ολοένα και περισσότερο ταυτίζεται με το συμφέρον της κυρίαρχης τάξης μιάς κυρίως χώρας, της Γερμανίας. Με την ίδια επίκληση και κάπως διαφορετικά καρυκεύματα προωθήθηκε η δυστυχία και της Κύπρου όπου άρχισε και η σφαγή των ιδιωτικών καταθέσεων, της ιερής αγελάδας του πιστωτικού συστήματος.

Η ίδια «ανάγκη» δικαιολόγησε, και δικαιολογεί, τη νομοθετική συρρίκνωση όχι μόνο θεμελιωδών δικαιωμάτων αλλά και την εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας.

  1. Όταν ήρθε η ώρα του δικαστικού ελέγχου, από την κατ’ επίφαση ανεξάρτητη τρίτη συντεταγμένη λειτουργία, το Σ.τ.Ε. δεν συμπεριφέρθηκε ως ακυρωτικό δικαστήριο. Συμπεριφέρθηκε ως παράρτημα της νομοθετικο/εκτελεστικής εξουσίας, ως πολιτικό της συμπλήρωμα. Ακολούθησε τυφλά την πολιτική επιλογή της κυβέρνησης και όσων ψήφισαν και στηρίζουν τα τερατουργήματα των Μνημονίων.

Οι κύριες βάσεις για την ακύρωση των Μνημονίων είναι ότι αυτού του είδους το δημόσιο συμφέρον δεν μπορεί να υπερτερεί των Συνταγματικών και Ευρωπαϊκών Εγγυήσεων της ιδιοκτησίας (1 ΠΠΠΕΣΔΑ – 17Σ) της ισότητας (4 παρ. 1-2Σ) αναλογικότητας (25Σ) αναλογικής ισότητας βαρών (4 παρ. 5Σ) ιδίως δε του σεβασμού και προστασίας της αξίας του ανθρώπου (2 παρ. 1Σ).

Ακόμη ότι δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις αλλ’ ούτε και δικαιολογείται η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας για χάρη τέτοιας «ανάγκης».

  1. Οι δικαστές του Σ.τ.Ε. – δυσαρεστώντας βαθύτατα όσους καλόπιστα πιστεύουν στο αστικό Κράτος Δικαίου – κατά πλειοψηφία – είτε αγνόησαν και άφησαν αδίκαστες τις αιτιάσεις αυτές είτε τις απέρριψαν με αιτιολογίες αρμόζουσες σε πολιτικό συμπλήρωμα της κυβέρνησης.

Ο Ηρόδοτος προ χιλιετιών αναφέρει περίπτωση δικαστών που όταν τους ζητήθηκε να αποφανθούν αν ο Καμβύσης δικαιούται να νυμφευθεί την αδελφή του παραδέχθηκαν μεν ότι ο νόμος δεν επιτρέπει τέτοιο πράγμα αλλά υπάρχει και άλλος νόμος που επιτρέπει στον βασιλιά να κάνει ό,τι θέλει.

  1. Το Συμβούλιο της Επικρατείας (αποφάσεις ιδίως 668 και 1283-1286 του 2012) βάσισε την κρίση του στις «εκτιμήσεις του νομοθέτη» δηλαδή της κυβέρνησης και έκρινε ότι η ανάγκη κάλυψης των οικονομικών αναγκών της χώρας αποτελεί σοβαρό λόγο δημοσίου συμφέροντος και, ταυτόχρονα, σκοπό κοινού ενδιαφέροντος της Ευρωζώνης ενόψει της υποχρέωσης δημοσιονομικής πειθαρχίας και διασφάλισης της σταθερότητας της Ζώνης του ευρώ στο σύνολό της.

Ανεξάρτητα από την, για πρώτη φορά, αναγωγή του δημοσιονομικού συμφέροντος σε υπέρτερο δημόσιο συμφέρον, ο ίδιος ακυρωτικός σχηματισμός συντάχθηκε και πάλι με την καθαρά πολιτική (και διόλου ορθή νομικά) θέση ότι το δημόσιο συμφέρον το καθορίζει αποκλειστικά η νομοθετική / εκτελεστική εξουσία, και ότι τα δικαστήρια, ακόμη και ο ακυρωτικός δικαστής, δεν έχουν δικαιοδοσία να ελέγξουν τον τυχόν εσφαλμένο προσδιορισμό του δημοσίου συμφέροντος από το νομοθέτη παρά μόνο οριακά, μόνο δηλαδή σε περίπτωση υπέρβασης των ακραίων λογικών ορίων της εννοίας του δημοσίου συμφέροντος.

Για να στηρίξει μάλιστα, ό,που το επεχείρησε, την απόρριψη των προσφυγών, έφθασε σε ακρότητες:

Απεφάνθη, για παράδειγμα, ότι ναι μεν περικόπτονται οι συντάξεις και οι μισθοί πλην όμως δεν καταργούνται και τελείως ώστε να συντρέχει λόγος ακυρώσεως του Μνημονίου.

  1. Πώς να αμυνθείς σ’ αυτά; Ασφαλώς η υπεράσπιση της ισχύουσας έννομης τάξης είναι ένα, και συχνά χρήσιμο, εργαλείο άμυνας. Εν τέλει, ωστόσο, το ζήτημα του προσδιορισμού και της εννοίας του δημοσίου συμφέροντος, παρά την ανάγκη νομικής επιστημονικής επεξεργασίας, αποτελεί κυρίως ζήτημα ισχύος και δυνατοτήτων της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας να επιβάλει τη δική της άποψη. Είναι, με άλλα λόγια, καθαρώς πολιτικό ζήτημα, ζήτημα για το οποίο χρειάζεται, και εδώ είναι ένα σημαντικό πεδίο δράσης της Αριστεράς, ως πολιτικού σχηματισμού, να διαμορφωθεί στον πληθυσμό της Χώρας η αντίστοιχη πολιτική συνείδηση.

Leave a Comment